φουρφούρισμα
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- φουρφούρισμα < φουρφουρίζω, φουρφουρισ- + -μα
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /fuɾˈfu.ɾi.zma/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : φουρ‐φού‐ρι‐σμα
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
φουρφούρισμα ουδέτερο
- σιγανό θρόισμα υφάσματος
Συγγενικά[επεξεργασία]
- → δείτε τη λέξη φουρφούρι
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
φουρφούρισμα
|
Πηγές[επεξεργασία]
- φουρφουρ- - Αναστασιάδη-Συμεωνίδη, Άννα (2003) Αντίστροφο λεξικό της νέας ελληνικής Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών. Ίδρυμα Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες)