-ις
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- -ις < (διαχρονικό δάνειο) αρχαία ελληνική -ις (Δείτε και -ίς < -ίς)
Επίθημα
[επεξεργασία]-ις
- για το σχηματισμό λόγιων θηλυκών ουσιαστικών από τα αντίστοιχά τους αρσενικά
- κατάληξη λόγιων μονογενών και μονοκατάληκτων επιθέτων
- -ις (ή -ίς) : κατάληξη λόγιων θηλυκών ουσιαστικών της καθαρεύουσας από τα αρχαία ελληνικά
- ἀρθρῖτις > αρθρίτιδα, αἰγιαλῖτις > αιγιαλίτιδα
- δείτε και → -ιδα (στη δημοτική)
- δείτε και θηλυκά σε -σις
Δείτε επίσης
[επεξεργασία]Πηγές
[επεξεργασία]- "-ις" - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
- -ις - Χαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών. (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)
Μεσαιωνικά ελληνικά (gkm)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- ις < (κληρονομημένο) αρχαία ελληνική -ις (ή -ίς < -ίς)
Επίθημα
[επεξεργασία]-ις ή -ίς
- δείτε τα θηλυκά σε -σις
Αρχαία ελληνικά (grc)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- ις (ή -ίς) < → λείπει η ετυμολογία
Επίθημα
[επεξεργασία]-ῐς
- κατάληξη λόγιων μονογενών και μονοκατάληκτων επιθέτων → λείπει η κλίση
- κατάληξη τριτόκλιτων θηλυκών ουσιαστικών (δείτε και -ίς) → λείπει η κλίση
- ἀρθρῖτις, αἰγιαλῖτις
- δείτε και θηλυκά σε -σις
- δείτε τα νέα ελληνικά σε -ιδα
Κατηγορίες:
- Λόγια διαχρονικά δάνεια από τα αρχαία ελληνικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα αρχαία ελληνικά (νέα ελληνικά)
- Νέα ελληνικά
- Επιθήματα (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Κληρονομημένες λέξεις από τα αρχαία ελληνικά (μεσαιωνικά ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα αρχαία ελληνικά (μεσαιωνικά ελληνικά)
- Μεσαιωνικά ελληνικά
- Επιθήματα (μεσαιωνικά ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (μεσαιωνικά ελληνικά)
- Ελλείπουσες ετυμολογίες (αρχαία ελληνικά)
- Αρχαία ελληνικά
- Επιθήματα (αρχαία ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (αρχαία ελληνικά)
- Ελλείπουσες κλίσεις (αρχαία ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)