Mund
Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γερμανικά
(de)
[
επεξεργασία
]
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
der
Mund
die
Münd
er
γενική
des
Mund
es
Mund
s
der
Münd
er
δοτική
dem
Mund
Mund
e
den
Münd
ern
αιτιατική
den
Mund
die
Münd
er
Προφορά
[
επεξεργασία
]
(
βοήθεια
·
αρχείο
)
Ουσιαστικό
[
επεξεργασία
]
Mund
(de)
αρσενικό
στόμα
Κατηγορίες
:
Ουσιαστικά αρσενικά (γερμανικά)
Λήμματα με ήχο στην προφορά (γερμανικά)
Γερμανική γλώσσα
Ουσιαστικά (γερμανικά)
Αντίστροφο λεξικό (γερμανικά)
Μενού πλοήγησης
Προσωπικά εργαλεία
Δίχως Σύνδεση
Σελίδα συζήτησης αυτής της διεύθυνσης IP
Συνεισφορές
Δημιουργία λογαριασμού
Σύνδεση
Ονοματοχώροι
Σελίδα
Συζήτηση
Ελληνικά
Προβολές
Ανάγνωση
Επεξεργασία
Προβολή ιστορικού
Περισσότερα
Πλοήγηση
Κύρια Σελίδα
Πρόσφατες αλλαγές
Κατηγορίες
Δημιουργήστε!
Ζητήστε!
Βικιδημία
Σελίδες συζήτησης
Νέα συντακτών
Νέες σελίδες
Τυχαία σελίδα
Βοήθεια
Βοήθεια
Πρότυπα
Δωρεές
Εργαλειοθήκη
Συνδέσεις προς εδώ
Σχετικές αλλαγές
Επιφόρτωση αρχείου
Ειδικές σελίδες
Σταθερός σύνδεσμος
Πληροφορίες σελίδας
Παραπομπή αυτής της σελίδας
Εκτύπωση/εξαγωγή
Δημιουργία βιβλίου
Κατέβασμα ως PDF
Εκτυπώσιμη έκδοση
Άλλες γλώσσες
Afrikaans
العربية
Čeština
Dansk
Deutsch
Zazaki
English
Español
Eesti
Euskara
فارسی
Suomi
Na Vosa Vakaviti
Français
Galego
Hrvatski
Magyar
Bahasa Indonesia
Ido
Íslenska
Italiano
日本語
한국어
Kurdî
Кыргызча
Lëtzebuergesch
ລາວ
Lietuvių
Malagasy
Nāhuatl
Plattdüütsch
Nederlands
Norsk
Occitan
Polski
Português
Русский
Sängö
Slovenčina
Gagana Samoa
Svenska
ไทย
Tagalog
Setswana
Türkçe
ئۇيغۇرچە / Uyghurche
Vèneto
中文