Schriftstück
Εμφάνιση
Γερμανικά (de)
[επεξεργασία]↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
ονομαστική | das | Schriftstück | die | Schriftstücke |
γενική | des | Schriftstücks Schriftstückes |
der | Schriftstücke |
δοτική | dem | Schriftstück Schriftstücke |
den | Schriftstücken |
αιτιατική | das | Schriftstück | die | Schriftstücke |
Ετυμολογία
[επεξεργασία]
Προφορά
[επεξεργασία]
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]Schriftstück (de), ουδέτερο
- το έγγραφο
Συνώνυμα
[επεξεργασία]- das Dokument