πολυμέσο
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | το | πολυμέσο | τα | πολυμέσα |
γενική | του | πολυμέσου | των | πολυμέσων |
αιτιατική | το | πολυμέσο | τα | πολυμέσα |
κλητική | πολυμέσο | πολυμέσα | ||
Κατηγορία όπως «πεύκο» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- πολυμέσο < πολυ- + μέσο < (μεταφραστικό δάνειο) αγγλική multimedia
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /po.liˈme.so/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : πο‐λυ‐μέ‐σο
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
πολυμέσο ουδέτερο
- (τεχνολογία) multimedia: η συνδυασμένη χρήση σε ψηφιακή μορφή ήχου (sound), βίντεο (video, animation) και κειμένου (text) για την παρουσίαση πληροφοριών.
- ※ Ειδικά στην εκπαίδευση, τα πολυμέσα μπορούν να βρουν μεγάλη εφαρμογή στην ανάπτυξη αλληλεπιδραστικών προγραμμάτων εκπαίδευσης, επιμόρφωσης και κατάρτισης, όπου ο χρήστης από απλός θεατής μπορεί να γίνει ενεργός συμμέτοχος. [1]
Δείτε επίσης[επεξεργασία]
- πολυμέσο στη Βικιπαίδεια
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
πολυμέσο
Αναφορές[επεξεργασία]
- ↑ 11.1.5 Πολυμέσα, από Εφαρμογές Πληροφορικής Υπολογιστών (Α, Β, Γ Γενικού Λυκείου - Γενικής Παιδείας) - Βιβλίο Μαθητή. Προσπέλαση 2020-07-09.
Κατηγορίες:
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'πεύκο' (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά ουδέτερα (νέα ελληνικά)
- Λέξεις με πρόθημα πολυ- (νέα ελληνικά)
- Μεταφραστικά δάνεια από τα αγγλικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα αγγλικά (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
- Νέα ελληνικά
- Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Τεχνολογία (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με παραθέματα από σχολικά βιβλία (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)