flamen
Εμφάνιση
Λατινικά (la)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- flamen < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]flamen (la)
Κλίση
[επεξεργασία]αριθμός | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | flamen | flamĭnēs |
γενική | flamĭnis | flamĭnum |
δοτική | flamĭnī | flamĭnibus |
αιτιατική | flamĭnem | flamĭnēs |
κλητική | flamen | flamĭnēs |
αφαιρετική | flamĭne | flamĭnibus |
Πηγές
[επεξεργασία]- flamen - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.