flow

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αγγλικά (en)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

flow < (κληρονομημένο) μέση αγγλική flowen

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /fləʊ/
 

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

      ενικός         πληθυντικός  
flow flows

flow (en)

  1. η ροή
  2. το ρεύμα
  3. (πληροφορική) ροή (εκτέλεσης προγράμματος ηλεκτρονικού υπολογιστή)

Συνώνυμα[επεξεργασία]

Σύνθετα[επεξεργασία]

Ρήμα[επεξεργασία]

ενεστώτας flow
γ΄ ενικό ενεστώτα flows
αόριστος flowed
παθητική μετοχή flowed
ενεργητική μετοχή flowing

flow (en)

  1. ρέω, κυλάω
  2. περνάω, για ποτάμια
    The Thames flows through London.
    Ο Τάμεσσης περνάει μέσα από το Λονδίνο.
     συνώνυμα: pass

Πηγές[επεξεργασία]