flow
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- flow < (κληρονομημένο) μέση αγγλική flowen
Προφορά[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
flow | flows |
flow (en)
- η ροή
- το ρεύμα
- (πληροφορική) ροή (εκτέλεσης προγράμματος ηλεκτρονικού υπολογιστή)
Συνώνυμα[επεξεργασία]
Σύνθετα[επεξεργασία]
Ρήμα[επεξεργασία]
ενεστώτας | flow |
γ΄ ενικό ενεστώτα | flows |
αόριστος | flowed |
παθητική μετοχή | flowed |
ενεργητική μετοχή | flowing |
flow (en)
Πηγές[επεξεργασία]
- flow (noun) - Oxford Learner's Dictionaries
- flow (verb) - Oxford Learner's Dictionaries
- Stavropoulos, D N (2008). Stavropoulos, G N. ed. Oxford Greek-English Learner's Dictionary (Revised έκδοση). Oxford: Oxford University Press. σελ. 692-695. ISBN 9780194325684., λήμμα: περνώ
Κατηγορίες:
- Κληρονομημένες λέξεις από τη μέση αγγλική (αγγλικά)
- Προέλευση λέξεων από τη μέση αγγλική (αγγλικά)
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (αγγλικά)
- Λήμματα με ήχο στην προφορά (αμερικανικά αγγλικά)
- Αγγλική γλώσσα
- Ουσιαστικά (αγγλικά)
- Αντίστροφο λεξικό (αγγλικά)
- Πληροφορική (αγγλικά)
- Ρήματα (αγγλικά)
- Ρήματα που κλίνονται όπως το 'ask' (αγγλικά)