lean
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
Επίθετο[επεξεργασία]
παραθετικά | |
θετικός | lean |
συγκριτικός | leaner |
υπερθετικός | leanest |
lean (en)
Ρήμα[επεξεργασία]
ενεστώτας | lean |
γ΄ ενικό ενεστώτα | leans |
αόριστος | leaned |
παθητική μετοχή | leaned |
ενεργητική μετοχή | leaning |
lean (en)