patient
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
Επίθετο[επεξεργασία]
patient (en)
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
patient (en)
- ο ασθενής
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
Επίθετο[επεξεργασία]
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | patient | patients |
θηλυκό | patiente | patientes |
patient (fr)
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | patient | patients |
θηλυκό | patiente | patientes |
patient (fr)
- ο ασθενής