συγκέντρωση: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μ ενημέρωση των interwikis, προσθήκη ru |
Ετικέτες: Επεξεργασία από κινητό Διαδικτυακή επεξεργασία από κινητό |
||
Γραμμή 112: | Γραμμή 112: | ||
{{μτφ-κατάταξη}} |
{{μτφ-κατάταξη}} |
||
* {{en}} : {{τ|en|pooling}} |
|||
* {{eo}} : {{τ|eo|kunveno|noentry=1}} |
* {{eo}} : {{τ|eo|kunveno|noentry=1}} |
||
Αναθεώρηση της 08:49, 18 Μαΐου 2017
Νέα ελληνικά (el)
ΛΑΘΟΣ ΚΛΙΣΗ. Για προπαροξύτονα θα πρέπει να χρησιμοποιήσετε την {{el-κλίση-'δύναμη'}} ή την {{el-κλίση-'παγκοσμιοποίηση'}}
Ετυμολογία
- συγκέντρωση < ελληνιστική συγκέντρωσις < συγκεντρῶ
Ουσιαστικό
συγκέντρωση θηλυκό
- η ενέργεια ή το αποτέλεσμα του συγκεντρώνω και του συγκεντρώνομαι
- μάζεμα
- πρώτος σκοπός της Μακντόναλντ ήταν η συγκέντρωση και ψηφιοποίηση όλων των αρχαίων ελληνικών κειμένων
- μάζωξη, συνάθροιση πολλών ατόμων ή αντικειμένων σε ένα σημείο
- όταν το κράτος βρίσκεται σε κατάσταση πολιορκίας απαγορεύονται οι συγκεντρώσεις άνω των πέντε ατόμων
- κατάσταση στην οποία κάποιος σκέφτεται μόνο για κάτι συγκεκριμένο
- Πρότυπο:χημ αναλογία της ποσότητας μιας ουσίας σχετικά με την ποσότητα μιας άλλης ουσίας σε ένα μείγμα ή διάλυμα
- η συγκέντρωση αλάτων στο νερό είναι απαγορευτική για να το πιει κάποιος
Συγγενικά
- → δείτε τη λέξη συγκεντρώνω
Μεταφράσεις
πνευματική κατάσταση
όρος της χημείας
Μεταφράσεις προς κατάταξη κατά έννοια