μῦθος: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Αρσενικό είναι. Βάζουμε +πηγές. Κοιτάμε Liddell-Scott. Και μετά, γράφουμε. // + απόγονοι μορφοπ |
{{ετυ+|grc}} |
||
Γραμμή 3: | Γραμμή 3: | ||
{{grc-κλίσ-'χρόνος'}} |
{{grc-κλίσ-'χρόνος'}} |
||
==={{ετυμολογία}}=== |
==={{ετυμολογία}}=== |
||
: '''{{PAGENAME}}''' < {{ιε}} *mēwdʰ- (ή {{ετυμ|pregrc|grc}}) |
: '''{{PAGENAME}}''' < {{ιε}} *mēwdʰ- (ή {{ετυμ|pregrc|grc}}) {{ετυ+|grc}} |
||
==={{ουσιαστικό|grc}}=== |
==={{ουσιαστικό|grc}}=== |
Αναθεώρηση της 08:55, 21 Φεβρουαρίου 2021
Αρχαία ελληνικά (grc)
Ετυμολογία
- μῦθος < πρωτοϊνδοευρωπαϊκή ρίζα *mēwdʰ- (ή προελληνική ) • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Ουσιαστικό
μῦθος αρσενικό
- ομιλία, λόγος
- λέξη
- συνομιλία
- συμβουλή
- διαταγή
- υπόσχεση
- μύθος
- αφήγηση
- φήμη
- απόφθεγμα
- πληροφορία
- επανάσταση
Απόγονοι
μῦθος (αρχαία ελληνικά)
Πηγές
- μῦθος - Επιτομή του Λεξικού Λίντελ-Σκοτ, Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας (Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος, 2007), Ψηφίδες στο Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, 2012
- μῦθος - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.