αμνησιακός

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο αμνησιακός η αμνησιακή το αμνησιακό
      γενική του αμνησιακού της αμνησιακής του αμνησιακού
    αιτιατική τον αμνησιακό την αμνησιακή το αμνησιακό
     κλητική αμνησιακέ αμνησιακή αμνησιακό
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι αμνησιακοί οι αμνησιακές τα αμνησιακά
      γενική των αμνησιακών των αμνησιακών των αμνησιακών
    αιτιατική τους αμνησιακούς τις αμνησιακές τα αμνησιακά
     κλητική αμνησιακοί αμνησιακές αμνησιακά
Κατηγορία όπως «καλός» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

Ετυμολογία [επεξεργασία]

αμνησιακός < αμνησία + -ακός

Επίθετο[επεξεργασία]

αμνησιακός, -ή, -ό

  • που έχει αμνησία, που πάσχει αποτέλεσμα αμνησία
    Στην Ελλάδα θα βρεθεί ο Ματ Ντέιμον για τα γυρίσματα της νέας ταινίας με ήρωα τον αμνησιακό πράκτορα Τζέισον Μπορν. (*)

Συγγενικά[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]