απανωσιά

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η απανωσιά οι απανωσιές
      γενική της απανωσιάς των απανωσιών
    αιτιατική την απανωσιά τις απανωσιές
     κλητική απανωσιά απανωσιές
Οι καταλήξεις προφέρονται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «καρδιά» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

απανωσιά < απάνω + -σιά κατά τα θηλυκά ουσιαστικά σε -σιά[1]

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /a.pa.noˈsça/
τυπογραφικός συλλαβισμός:‐α‐πα‐νω‐σιά

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

απανωσιά θηλυκό

Μεταφράσεις[επεξεργασία]

Αναφορές[επεξεργασία]

  1. απανωσιάΓεωργακάς, Δημήτριος. A Modern Greek-English Dictionary [Ελληνοαγγλικό λεξικό] (μόνο το γράμμα α) - Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
  2. «ἀπανωσιˬὰ» - Ἱστορικὸν Λεξικὸν τῆς Νέας Ἑλληνικῆς, τῆς τε κοινῶς ὁμιλουμένης καὶ τῶν ἰδιωμάτων (ΙΛΝΕ) της Ακαδημίας Αθηνών, online έως το λήμμα «δαχτυλωτός» (αναζήτηση, βραχυγραφίες). Έντυπη έκδοση: επτά τόμοι (1933‑2022) ως το λήμμα «δόγης»