αφροπλασμένος

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο αφροπλασμένος η αφροπλασμένη το αφροπλασμένο
      γενική του αφροπλασμένου της αφροπλασμένης του αφροπλασμένου
    αιτιατική τον αφροπλασμένο την αφροπλασμένη το αφροπλασμένο
     κλητική αφροπλασμένε αφροπλασμένη αφροπλασμένο
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι αφροπλασμένοι οι αφροπλασμένες τα αφροπλασμένα
      γενική των αφροπλασμένων των αφροπλασμένων των αφροπλασμένων
    αιτιατική τους αφροπλασμένους τις αφροπλασμένες τα αφροπλασμένα
     κλητική αφροπλασμένοι αφροπλασμένες αφροπλασμένα
Κατηγορία όπως «αγαπημένος» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

Ετυμολογία [επεξεργασία]

αφροπλασμένος < αφρο- + πλασμένος

Επίθετο[επεξεργασία]

αφροπλασμένος, -η, -ο

  • αφράτος, σαν πλασμένος από αφρό, συνήθως για κοπέλες
    ※  Και τι είχε κάνει ο «Κατάδικος»; Είχε αγαπήσει μια κόρη με κάλλη αφροπλασμένη, είχαν ζήσει έναν καιρό τρελά ευτυχισμένοι, ύστερα την έβαλε ο διάολος να τον κερατώσει, την έπιασε στα πράσα και τη σκότωσε (Κώστας Ταχτσής, Μέσ’ απ’ τα σίδερα του Γιώργου Κορδομενίδη, culturalsociety.gr, ανακτήθηκε 23/2/2023 [1])
    ※  Σε ένα μνήμα εκοίτουνταν παρθένα αφροπλασμένη. Μέσα στα κρύα χώματα χλωμή , λησμονημένη .. Με ένα χλωρό τριαντάφυλλο για σύντροφό της μόνο ! Μάνα φτωχή το έκοψε και το έβαλλε με πόνο (Δύο ρόδα, υπό Ευγενίου Γ. Ζαλακώστα, Neugriechischer Parnass: oder, Sammlung der ausgezeichneteren Werke der neueren Dichter Griechenlands. Original und Uebersetzung, Volume 1 by Antonio Manaraki [2])

Μεταφράσεις[επεξεργασία]