γερουσιαστικός
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- γερουσιαστικός < → λείπει η ετυμολογία
Επίθετο[επεξεργασία]
γερουσιαστικός
- σχετικός με τη γερουσία ή τους γερουσιαστές
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
γερουσιαστικός
|