ταβούλι

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το ταβούλι τα ταβούλια
      γενική του ταβουλιού των ταβουλιών
    αιτιατική το ταβούλι τα ταβούλια
     κλητική ταβούλι ταβούλια
Οι καταλήξεις -ιού, -ια, -ιών προφέρονται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «τραγούδι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /taˈvu.li/
τυπογραφικός συλλαβισμός: τα‐ού‐λι

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

ταβούλι ουδέτερο

Συγγενικά[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]