φωτόφοβος

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο φωτόφοβος η φωτόφοβη το φωτόφοβο
      γενική του φωτόφοβου της φωτόφοβης του φωτόφοβου
    αιτιατική τον φωτόφοβο τη φωτόφοβη το φωτόφοβο
     κλητική φωτόφοβε φωτόφοβη φωτόφοβο
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι φωτόφοβοι οι φωτόφοβες τα φωτόφοβα
      γενική των φωτόφοβων των φωτόφοβων των φωτόφοβων
    αιτιατική τους φωτόφοβους τις φωτόφοβες τα φωτόφοβα
     κλητική φωτόφοβοι φωτόφοβες φωτόφοβα
Κατηγορία όπως «όμορφος» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

Ετυμολογία [επεξεργασία]

φωτόφοβος < λείπει η ετυμολογία

Επίθετο[επεξεργασία]

φωτόφοβος, -η, -ο

  • οργανισμός που απομακρύνεται από το φως

Μεταφράσεις[επεξεργασία]