Άλκηστις

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: Ἄλκηστις

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η Άλκηστις οι Αλκήστιδες
      γενική της Αλκήστιδος των Αλκηστίδων
    αιτιατική την Αλκήστιδα τις Αλκήστιδες
     κλητική Άλκηστι
Άλκηστις
Αλκήστιδες
Συνήθως στον ενικό.
Δείτε και την αρχαία κλίση Ἄλκηστις και τη νεότερη μορφή Άλκηστη.
όπως «αρχαιόκλιτα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

Άλκηστις < αρχαία ελληνική Ἄλκηστις < ἀλκηστής < ἀλκή

Κύριο όνομα[επεξεργασία]

Άλκηστις θηλυκό

  1. (ελληνική μυθολογία) θυγατέρα του Πελία και της Αναξιβίας
  2. τίτλος ονομαστής τραγωδίας του Ευριπίδη
  3. (λόγιο) γυναικείο όνομα, η Άλκηστη

Άλλες μορφές[επεξεργασία]

Δείτε επίσης[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]