Αφρικανός
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- Αφρικανός < (κληρονομημένο) ελληνιστική κοινή Ἀφρικανός. Συγχρονικά αναλύεται σε Αφρικ(ή) + -ανός
Κύριο όνομα[επεξεργασία]
Αφρικανός αρσενικό (θηλυκό Αφρικανή)
- (πατριδωνυμικό) ο κάτοικος της Αφρικής, ο καταγόμενος από την Αφρική
- ο Γιώργος είναι Αφρικανός από την προγιαγιά του
Άλλες μορφές[επεξεργασία]
[επεξεργασία]
- Αφρικάανς
- αφρικανικός
- Αφροαμερικανός
- Νοτιοαφρικανός
- → και δείτε τη λέξη Αφρική
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
Αφρικανός
Κατηγορίες:
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'ναός' (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά αρσενικά (νέα ελληνικά)
- Κληρονομημένες λέξεις από την ελληνιστική κοινή (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από την ελληνιστική κοινή (νέα ελληνικά)
- Λέξεις με επίθημα -ανός (νέα ελληνικά)
- Νέα ελληνικά
- Κύρια ονόματα (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Πατριδωνυμικά (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)