κυτταροστατικός: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Lou bot (συζήτηση | συνεισφορές)
μ Bot: εισαγωγή κλείδας ταξινόμησης
μ προσθήκη el-κλίσ-'καλός' στα -ικός
Γραμμή 1: Γραμμή 1:
=={{-el-}}==
=={{-el-}}==
{{προσχέδιο}}
{{προσχέδιο}}
{{el-κλίσ-'καλός'}}

==={{ετυμολογία}}===
==={{ετυμολογία}}===
: '''{{PAGENAME}}''' < {{λείπει η ετυμολογία}}
: '''{{PAGENAME}}''' < {{λείπει η ετυμολογία}}

Αναθεώρηση της 00:31, 25 Αυγούστου 2018

Νέα ελληνικά (el)

↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο κυτταροστατικός η κυτταροστατική το κυτταροστατικό
      γενική του κυτταροστατικού της κυτταροστατικής του κυτταροστατικού
    αιτιατική τον κυτταροστατικό την κυτταροστατική το κυτταροστατικό
     κλητική κυτταροστατικέ κυτταροστατική κυτταροστατικό
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι κυτταροστατικοί οι κυτταροστατικές τα κυτταροστατικά
      γενική των κυτταροστατικών των κυτταροστατικών των κυτταροστατικών
    αιτιατική τους κυτταροστατικούς τις κυτταροστατικές τα κυτταροστατικά
     κλητική κυτταροστατικοί κυτταροστατικές κυτταροστατικά
Κατηγορία όπως «καλός» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

Ετυμολογία

κυτταροστατικός < λείπει η ετυμολογία

Επίθετο

κυτταροστατικός αρσενικό, κυτταροστατική θηλυκό, κυτταροστατικό ουδέτερο

  1. → λείπει ο ορισμός (ή οι ορισμοί)


Μεταφράσεις