συμπαράσταση: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μ pwb.py αντικατάσταση κλίση λύση με 'δύναμη' |
μ pwb.py ενημέρωση ΔΦΑ |
||
Γραμμή 5: | Γραμμή 5: | ||
==={{προφορά}}=== |
==={{προφορά}}=== |
||
{{ΔΦΑ|sim. |
{{ΔΦΑ|sim.baˈɾa.sta.si|γλ=el}} |
||
==={{ουσιαστικό|el}}=== |
==={{ουσιαστικό|el}}=== |
Αναθεώρηση της 08:00, 2 Μαρτίου 2021
Νέα ελληνικά (el)
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | συμπαράσταση | οι | συμπαραστάσεις |
γενική | της | συμπαράστασης* | των | συμπαραστάσεων |
αιτιατική | τη | συμπαράσταση | τις | συμπαραστάσεις |
κλητική | συμπαράσταση | συμπαραστάσεις | ||
* παλιότερος λόγιος τύπος, συμπαραστάσεως | ||||
Κατηγορία όπως «δύναμη» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
- συμπαράσταση < συμπαρίσταμαι / συμπαραστέκομαι + -ση
Προφορά
- → λείπει η προφορά Μπορείτε να βοηθήσετε;
Ουσιαστικό
συμπαράσταση θηλυκό
- η διαδικασία ή το αποτέλεσμα του συμπαρίσταμαι / συμπαραστέκομαι
Συγγενικά
- συμπαραστάτης / συμπαραστάτρια
- → δείτε τις λέξεις συμπαρίσταμαι και συμπαραστέκομαι