Καϊπανάκι

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το Καϊπανάκι τα Καϊπανάκια
      γενική του Καϊπανακίου των Καϊπανακίων
    αιτιατική το Καϊπανάκι τα Καϊπανάκια
     κλητική Καϊπανάκι Καϊπανάκια
Η κατάληξη του πληθυντικού -ια προφέρεται με συνίζηση.
Συνήθως στον ενικό
Κατηγορία όπως «μίλι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

Καϊπανάκι < τουρκική kapan (τόπος αγοραπωλησίας σιτηρών) + -άκι[1]

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /kai.paˈna.ci/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Καϊ‐πα‐νά‐κι

Κύριο όνομα[επεξεργασία]

Καϊπανάκι ουδέτερο

Δείτε επίσης[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]

Αναφορές[επεξεργασία]

  1. Γιώργος Ζαροδήμος, Τα Οικωνύμια του Δήμου Αγράφων, Αθήνα 2021