Κρυονέρι

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το Κρυονέρι τα Κρυονέρια
      γενική του Κρυονερίου των Κρυονερίων
    αιτιατική το Κρυονέρι τα Κρυονέρια
     κλητική Κρυονέρι Κρυονέρια
Η κατάληξη του πληθυντικού -ια προφέρεται με συνίζηση.
συνήθως στον ενικό
Κατηγορία όπως «μίλι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

Κρυονέρι < κρύο(ς) + νερ(ό) + • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;  

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /kɾi.oˈne.ɾi/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Κρυ‐ο‐νέ‐ρι

Κύριο όνομα[επεξεργασία]

Κρυονέρι ουδέτερο ή Κρυονέριον

Συγγενικά[επεξεργασία]

Δείτε επίσης[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]