Κόζιακας
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]↓ πτώσεις | ενικός | |||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ο | Κόζιακας | ||
γενική | του | Κόζιακα | ||
αιτιατική | τον | Κόζιακα | ||
κλητική | Κόζιακα | |||
Κατηγορία όπως «φύλακας» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- Κόζιακας < σλαβικής προέλευσης Козяк / Kozjak < коза / koza (κατσίκα) < πρωτοσλαβική *koza (δέρμα)
Προφορά
[επεξεργασία]- ΔΦΑ : /ˈko.zʝa.kas/ & /ˈko.zia.kas/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Κό‐ζια‐κας
Κύριο όνομα
[επεξεργασία]Κόζιακας αρσενικό
Δείτε επίσης
[επεξεργασία]Μεταφράσεις
[επεξεργασία]Κατηγορίες:
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'φύλακας' χωρίς πληθυντικό (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά αρσενικά (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά χωρίς πληθυντικό (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από σλαβικές γλώσσες (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από την πρωτοσλαβική (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
- Κύρια ονόματα (νέα ελληνικά)
- Βουνά της Ελλάδας (νέα ελληνικά)
- Βουνά (νέα ελληνικά)
- Τοπωνύμια της Ελλάδας (νέα ελληνικά)
- Τοπωνύμια (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)