Πειθώ

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: πειθώ
↓ πτώσεις       ενικός      
ονομαστική η Πειθώ
      γενική της Πειθούς
    αιτιατική την Πειθώ
     κλητική Πειθώ
Δείτε και την πειθώ.
όπως «ηχώ» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
Πειθώ < αρχαία ελληνική Πειθώ

Κύριο όνομα

[επεξεργασία]

Πειθώ θηλυκό

Δείτε επίσης

[επεξεργασία]

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]



↓ πτώσεις       ενικός      
ονομαστική Πειθώ
      γενική τῆς Πειθόος
Πειθοῦς
      δοτική τῇ Πειθοῖ
    αιτιατική τὴν Πειθώ
     κλητική ! Πειθοῖ
Δείτε και πειθώ για διαλεκτικούς τύπους.
3η κλίση, ομάδα 'ἠχώ', Κατηγορία 'φειδώ' όπως «φειδώ» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
Πειθώ < πειθώ < πείθω

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

Πειθώ θηλυκό