Τεμένος
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- Τεμένος < → λείπει η ετυμολογία
Κύριο όνομα[επεξεργασία]
Τεμένος αρσενικό (θηλυκό Τεμένου)
Δείτε επίσης : τέμενος |
Τεμένος αρσενικό (θηλυκό Τεμένου)