Τσιπλάκης

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: τσιπλάκης

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο Τσιπλάκης οι Τσιπλάκηδες
      γενική του Τσιπλάκη των Τσιπλάκηδων
    αιτιατική τον Τσιπλάκη τους Τσιπλάκηδες
     κλητική Τσιπλάκη Τσιπλάκηδες
Ονοματεπώνυμα - Κατηγορία όπως «Βαμβακάρης (κλίση: μανάβης)» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

Τσιπλάκης < παρωνύμιο τσιπλάκης < τουρκική çıplak

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /t͡siˈpla.cis/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Τσι‐πλά‐κης

Κύριο όνομα[επεξεργασία]

Τσιπλάκης αρσενικό (θηλυκό Τσιπλάκη)

Παράγωγα[επεξεργασία]

Μεταγραφές[επεξεργασία]