αβγουλάκι

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το αβγουλάκι τα αβγουλάκια
      γενική
    αιτιατική το αβγουλάκι τα αβγουλάκια
     κλητική αβγουλάκι αβγουλάκια
Η κατάληξη του πληθυντικού -ια προφέρεται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «παιδάκι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

αβγουλάκι < αβγούλ(ι) + υποκοριστικό επίθημα -άκι (κατά δεύτερο υποκορισμό)

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /a.vɣuˈla.ci/
τυπογραφικός συλλαβισμός: α‐βγου‐λά‐κι

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

αβγουλάκι ουδέτερο

Άλλες γραφές[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]

για γλώσσες που δεν διαχωρίζουν το υποκοριστικό σε αυτόν τον όρο (ή γενικά) δείτε αβγό