αδιαπαιδαγώγητος
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- αδιαπαιδαγώγητος < α- στερητικό + διαπαιδαγωγώ + κατάληξη ρηματικών επιθέτων -τος
Επίθετο
[επεξεργασία]αδιαπαιδαγώγητος, -η, -ο
- που δεν έχει διαπαιδαγωγηθεί σωστά