αερομοντελισμός
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Ελληνικά (el) [επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- αερομοντελισμός < γαλλική aéromodélisme
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
αερομοντελισμός αρσενικό
- (αεροπορικός όρος): αεράθλημα, τεχνική κατασκευής και πτήσης ομοιωμάτων πραγματικών ιπτάμενων συσκευών, για ψυχαγωγικούς και επιδεικτικούς λόγους (αγώνες)
[επεξεργασία]
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
αερομοντελισμός