αποτέτοιος
Εμφάνιση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]
Επίθετο
[επεξεργασία]αποτέτοιος, -α, -ο
Συγγενικά
[επεξεργασία]
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] αποτέτοιος
|
αποτέτοιος, -α, -ο
|