ατλαντισμός

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο ατλαντισμός οι ατλαντισμοί
      γενική του ατλαντισμού των ατλαντισμών
    αιτιατική τον ατλαντισμό τους ατλαντισμούς
     κλητική ατλαντισμέ ατλαντισμοί
Κατηγορία όπως «ναός» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

ατλαντισμός < γαλλική atlantisme[1]

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /a.tlan.diˈzmos/
τυπογραφικός συλλαβισμός: α‐τλα‐ντι‐σμός

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

ατλαντισμός αρσενικό

Μεταφράσεις[επεξεργασία]

Αναφορές[επεξεργασία]

  1. ατλαντισμόςΓεωργακάς, Δημήτριος. A Modern Greek-English Dictionary [Ελληνοαγγλικό λεξικό] (μόνο το γράμμα α) - Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας