αυτοαποτελεσματικότητα

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η αυτοαποτελεσματικότητα οι αυτοαποτελεσματικότητες
      γενική της αυτοαποτελεσματικότητας των αυτοαποτελεσματικοτήτων
    αιτιατική την αυτοαποτελεσματικότητα τις αυτοαποτελεσματικότητες
     κλητική αυτοαποτελεσματικότητα αυτοαποτελεσματικότητες
Κατηγορία όπως «σάλπιγγα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

αυτοαποτελεσματικότητα < αυτο- + αποτελεσματικότητα ((μεταφραστικό δάνειο) αγγλική self-efficacy)

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

αυτοαποτελεσματικότητα θηλυκό

Μεταφράσεις[επεξεργασία]