βιοπειρατεία

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η βιοπειρατεία οι βιοπειρατείες
      γενική της βιοπειρατείας των βιοπειρατειών
    αιτιατική τη βιοπειρατεία τις βιοπειρατείες
     κλητική βιοπειρατεία βιοπειρατείες
Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

βιοπειρατεία < βιο- (<βίος) + πειρατεία ((μεταφραστικό δάνειο) (αγγλικά) biopiracy)

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

βιοπειρατεία θηλυκό

  • η κατοχύρωση από -συνήθως μεγάλες και ισχυρές- φαρμακευτικές εταιρείες με δίπλωμα ευρεσιτεχνίας (πατέντας) των φαρμακευτικών ιδιοτήτων ενός φυτού, ώστε να εκμεταλλεύονται προς ίδιον όφελος τις ιδιότητες αυτές, χωρίς να επιτρέπουν σε άλλους να τις χρησιμοποιούν και χωρίς να αποδίδουν ποσοστά από τα κέρδη που αποκομίζουν
    • Η λεγόμενη βίγκα (Catharanthus roseus) της Μαδαγασκάρης δεν είναι ιδιαίτερα γνωστό λουλούδι, όμως αποτελεί σήμερα τη βάση για φάρμακα που αντιμετωπίζουν σειρά σοβαρών ασθενειών από το λέμφωμα μέχρι τη λευχαιμία και δεν είναι παρά ένα παράδειγμα της χρήσης εξωτικών φυτών από τη σύγχρονη φαρμακοβιομηχανία. Μόνο που οι τοπικοί πληθυσμοί, που συχνά πρώτοι διαπίστωσαν τις θεραπευτικές ιδιότητες των φυτών ουδέν κέρδος αποκομίζουν. Συχνά μάλιστα ισχύει το αντίθετο... Αυτή είναι η λεγόμενη "βιοπειρατεία" που εξετάζει το ΕΚ στην ολομέλεια στις 14 και 15 Ιανουαρίου, με βάση έκθεση και ψήφισμα της Γαλλίδας ευρωβουλευτού των Πρασίνων, Catherine Grèze, για την προστασίατων δικαιωμάτων των τοπικών πληθυσμών που εγκρίθηκε στις 6 Δεκεμβρίου από την επιτροπή Ανάπτυξης. (www.europarl.europa.eu)
    • Από τη βιοποικιλότητα στη βιοπειρατεία, με τις μεγάλες φαρμακοβιομηχανίες να «ξεβοτανίζουν» τον πλούτο φτωχών χωρών, να τον πατεντάρουν και στη συνέχεια να αφαιρούν το δικαίωμα των ιθαγενών να χρησιμοποιούν τα φυτά αυτά προς όφελός τους. Ένα Ελντοράντο βιοπειρατείας με άλλα λόγια. (Εφημερίδα Ελευθεροτυπία, 9/12/2010)

Μεταφράσεις[επεξεργασία]