γλυκοτσούτσουνος
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- γλυκοτσούτσουνος < γλυκός + τσουτσούνι + -ος
Επίθετο
[επεξεργασία]γλυκοτσούτσουνος
Συγγενικά
[επεξεργασία]- → δείτε τις λέξεις γλυκός και τσουτσούνι
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] γλυκοτσούτσουνος
|