δυτικόφιλος
Εμφάνιση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]
Επίθετο
[επεξεργασία]δυτικόφιλος, -η, -ο
Συνώνυμα
[επεξεργασία]
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] δυτικόφιλος
|
δυτικόφιλος, -η, -ο
|