εθνομεθοδολογικός

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο εθνομεθοδολογικός η εθνομεθοδολογική το εθνομεθοδολογικό
      γενική του εθνομεθοδολογικού της εθνομεθοδολογικής του εθνομεθοδολογικού
    αιτιατική τον εθνομεθοδολογικό την εθνομεθοδολογική το εθνομεθοδολογικό
     κλητική εθνομεθοδολογικέ εθνομεθοδολογική εθνομεθοδολογικό
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι εθνομεθοδολογικοί οι εθνομεθοδολογικές τα εθνομεθοδολογικά
      γενική των εθνομεθοδολογικών των εθνομεθοδολογικών των εθνομεθοδολογικών
    αιτιατική τους εθνομεθοδολογικούς τις εθνομεθοδολογικές τα εθνομεθοδολογικά
     κλητική εθνομεθοδολογικοί εθνομεθοδολογικές εθνομεθοδολογικά
Κατηγορία όπως «καλός» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

Ετυμολογία [επεξεργασία]

εθνομεθοδολογικός < εθνομεθοδολογ(ία) + -ικός

Επίθετο[επεξεργασία]

εθνομεθοδολογικός, -ή, -ό

Μεταφράσεις[επεξεργασία]