ευρυεκπομπή

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η ευρυεκπομπή οι ευρυεκπομπές
      γενική της ευρυεκπομπής των ευρυεκπομπών
    αιτιατική την ευρυεκπομπή τις ευρυεκπομπές
     κλητική ευρυεκπομπή ευρυεκπομπές
Κατηγορία όπως «ψυχή» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

ευρυεκπομπή < ευρυ- + εκπομπή, μεταφραστικό δάνειο από την αγγλική broadcasting

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /e.vɾi.ek.pomˈbi/
τυπογραφικός συλλαβισμός: ευ‐ρυ‐εκ‐πο‐μπή

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

ευρυεκπομπή θηλυκό

Δείτε επίσης[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]