ευτυχέστατος
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Κλιτικός τύπος επιθέτου
[επεξεργασία]ευτυχέστατος
- υπερθετικός βαθμός του ευτυχής
Συνώνυμα
[επεξεργασία]- → δείτε τη λέξη πανευτυχής
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] ευτυχέστατος
|