ηλεκτρασθενής

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο ηλεκτρασθενής η ηλεκτρασθενής το ηλεκτρασθενές
      γενική του ηλεκτρασθενούς* της ηλεκτρασθενούς του ηλεκτρασθενούς
    αιτιατική τον ηλεκτρασθενή την ηλεκτρασθενή το ηλεκτρασθενές
     κλητική ηλεκτρασθενή(ς) ηλεκτρασθενής ηλεκτρασθενές
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι ηλεκτρασθενείς οι ηλεκτρασθενείς τα ηλεκτρασθενή
      γενική των ηλεκτρασθενών των ηλεκτρασθενών των ηλεκτρασθενών
    αιτιατική τους ηλεκτρασθενείς τις ηλεκτρασθενείς τα ηλεκτρασθενή
     κλητική ηλεκτρασθενείς ηλεκτρασθενείς ηλεκτρασθενή
* Και προφορικός τύπος σε -ή στη γενική ενικού αρσενικού, ή και θηλυκού
Κατηγορία όπως «συνεχής» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

Ετυμολογία [επεξεργασία]

ηλεκτρασθενής < electroweak / ηλεκτρ- + ασθενής, νεολογισμός του φυσικού Abdus Salam, ο οποίος μοιράστηκε το βραβείο Νόμπελ το 1979 με τον Glashow και τον Weinberg για το Μοντέλο των ηλεκτρασθενών αλληλεπιδράσεων (Model of Electroweak Interactions)

Επίθετο[επεξεργασία]

ηλεκτρασθενής

Δείτε επίσης[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]