ηώς

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: Ηώς, ἠώς, Ἠώς

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός      
ονομαστική η ηώς
      γενική της ηούς
    αιτιατική την ηώ
     κλητική ηώ
Κατηγορία όπως «αιδώς» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

ηώς: μονοτονική γραφή της λέξης ἠώς, τύπος της αρχαίας ιωνικής διαλέκτου (αττικός τύπος : ἕως)

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /iˈos/
τυπογραφικός συλλαβισμός: η‐ώς
ομόηχα: ιός, υιός

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

ηώς θηλυκό, μόνο στον ενικό

Συγγενικά[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]

Πηγές[επεξεργασία]

  • Μπαμπινιώτης, Γεώργιος (2002). Λεξικό της νέας ελληνικής γλώσσας (Βʹ έκδοση). Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας.  (Αʹ έκδοση: 1998)