καλαφάτι

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το καλαφάτι τα καλαφάτια
      γενική του καλαφατιού των καλαφατιών
    αιτιατική το καλαφάτι τα καλαφάτια
     κλητική καλαφάτι καλαφάτια
Οι καταλήξεις -ιού, -ια, -ιών προφέρονται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «τραγούδι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

καλαφάτι < (άμεσο δάνειο) τουρκική kalafat

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /ka.laˈfa.ti/
τυπογραφικός συλλαβισμός: κα‐λα‐φά‐τι

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

καλαφάτι ουδέτερο

Δείτε επίσης[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]

Πηγές[επεξεργασία]

  • Ορφανός, Βασίλης (2020) Τουρκικά δάνεια στα Ελληνικά της Κρήτης, Propylaeum, Heidelberg University Library 2020 (DOI), download.σελ.1-405.pdf, 1η έκδοση:2014