κοιτώνας
Πίνακας περιεχομένων
Ελληνικά (el) [επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- κοιτώνας < αρχαία ελληνική κοιτών
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
κοιτώνας αρσενικό
- το υπνοδωμάτιο
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
κοιτώνας