κομβοσκοίνι
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | το | κομβοσκοίνι | τα | κομβοσκοίνια |
γενική | του | κομβοσκοινιού | των | κομβοσκοινιών |
αιτιατική | το | κομβοσκοίνι | τα | κομβοσκοίνια |
κλητική | κομβοσκοίνι | κομβοσκοίνια | ||
Οι καταλήξεις -ιού, -ια, -ιών προφέρονται με συνίζηση. | ||||
Κατηγορία όπως «τραγούδι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /koɱ.voˈsci.ni/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : κομ‐βο‐σκοί‐νι
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
κομβοσκοίνι ουδέτερο
- (θρησκεία) άλλη μορφή του κομποσκοίνι
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
κομβοσκοίνι
|