λυκειακός
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Επίθετο[επεξεργασία]
λυκειακός
Συγγενικά[επεξεργασία]
- προλυκειακός
- μεταλυκειακός
- → δείτε τη λέξη λύκειο
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
λυκειακός
|