μελισσουργικός
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- μελισσουργικός < ελληνιστική κοινή μελισσουργικός
Επίθετο
[επεξεργασία]μελισσουργικός
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] μελισσουργικός
|