μυελοΐνωση

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η μυελοΐνωση οι μυελοϊνώσεις
      γενική της μυελοΐνωσης* των μυελοϊνώσεων
    αιτιατική τη μυελοΐνωση τις μυελοϊνώσεις
     κλητική μυελοΐνωση μυελοϊνώσεις
* παλιότερος λόγιος τύπος, μυελοϊνώσεως
Κατηγορία όπως «δύναμη» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

μυελοΐνωση < μυελός + -ο- + ίνωση ((μεταφραστικό δάνειο) αγγλική myelofibrosis)

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

μυελοΐνωση θηλυκό

Υπερώνυμα[επεξεργασία]

Συνώνυμα[επεξεργασία]

Δείτε επίσης[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]