νουμερολογία
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- νουμερολογία < νούμερ(ο) + -ο- + -λογία • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
νουμερολογία θηλυκό
- είδος μαντείας που βασίζεται στην αριθμητική ανάλυση των χαρακτηριστικών ενός ανθρώπου
Δείτε επίσης[επεξεργασία]
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
νουμερολογία