ξεφτίλας

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο ξεφτίλας οι ξεφτίλες
      γενική του ξεφτίλα
    αιτιατική τον ξεφτίλα τους ξεφτίλες
     κλητική ξεφτίλα ξεφτίλες
Κατηγορία όπως «αγώνας» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

ξεφτίλας < ξεφτίλ(α) θηλυκό + -ας [1] < ξεφτιλίζω < εξευτελίζω

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /kseˈfti.las/
τυπογραφικός συλλαβισμός: ξε‐φτί‐λας

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

ξεφτίλας αρσενικό

Άλλες γραφές[επεξεργασία]

Συγγενικά[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]

Κλιτικός τύπος ουσιαστικού[επεξεργασία]

ξεφτίλας

Αναφορές[επεξεργασία]