οστρογοτθικός
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- οστρογοτθικός < Οστρογότθοι
Επίθετο[επεξεργασία]
οστρογοτθικός, -ή, -ό
- σχετικός με τους Οστρογότθους
οστρογοτθικός, -ή, -ό